Προϊόν του ερευνητικού έργου ALLEGREEN που επιχορηγήθηκε από το ΕΛΙΔΕΚ είναι το βιβλίο με τίτλο Ιστορίες Αστικού Πρασίνου: αλλεργιογονικότητα και άλλες ιδιότητες, με συγγραφείς τους Βώκου Δ, Χαραλαμπόπουλο Α, Δάμιαλη Α, Λαζαρίνα Μ, Τσιγγάνη-Παπανικολάου O, Χανλίδου Ε. Αφορά το αστικό πράσινο και εστιάζει στην αλλεργιογονικότητα της γύρης των φυτών και στη σημασία που θα πρέπει να δίνεται σε αυτήν την ιδιότητα κατά τον σχεδιασμό και τη διαχείριση των χώρων αστικού πρασίνου. Μελετήθηκαν επτά τέτοιοι χώροι στη Θεσσαλονίκη, η οποία αποτελεί περίπτωση μελέτης. Πρόκειται για τα Πάρκα Ξαρχάκου, Πεδίου του Άρεως και Τελλογλείου Ιδρύματος, την Πανεπιστημιούπολη ΑΠΘ, το Στρατόπεδο Κόδρα, τη Νέα Παραλία και τη Λεωφόρο Σοφούλη.
Το βιβλίο αποτελείται από τρείς κύριες ενότητες: Μέρος Α’ Περί αστικού πρασίνου, αλλεργιογονικότητας και άλλων ιδιοτήτων των φυτών, της γύρης τους και των σπορίων μυκήτων, Μέρος Β’ Ξυλώδη φυτά: Δέντρα, Θάμνοι, Αναρριχώμενα και Μέρος Γ’ Παραρτήματα. Στην πρώτη ενότητα δίνονται γενικές πληροφορίες και επεξηγήσεις για τις άλλες δύο, γενικά συμπεράσματα της σχετικής έρευνας, καλές πρακτικές για το αστικό πράσινο και προτάσεις φύτευσης. Στη δεύτερη, δίνονται λεπτομερείς πληροφορίες για καθένα από τα 158 φυτά (είδη, φυσικά ή τεχνητά υβρίδια ή ποικιλίες) που αποτελούν την ξυλώδη χλωρίδα των χώρων πρασίνου που μελετήθηκαν, ενώ στην τρίτη δίνονται σε ξεχωριστά παραρτήματα συγκεντρωτικά αποτελέσματα για το αστικό πράσινο στη Θεσσαλονίκη.
Πιο συγκεκριμένα, η παρεχόμενη πληροφορία στην πρώτη ενότητα αφορά τις ιδιότητες και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες του αστικού πρασίνου, κριτήρια επιλογής φυτών για καλλιέργεια, ποσοτικοποίηση της αλλεργιογόνου δράσης των διαφορετικών φυτών που οφείλεται στη γύρη τους και ποιότητα του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος σε σχέση με περιεχόμενό του σε αεροαλλεργιογόνα βιολογικής προέλευσης. Επιπλέον, παρουσιάζονται οι παράμετροι που περιλαμβάνονται στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, όπου γίνεται λεπτομερής παρουσίαση των φυτών, οι λόγοι για τους οποίους αυτές συμπεριλήφθηκαν, οι τιμές που μπορούν να έχουν καθώς και οι βιβλιογραφικές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν. Για καθένα από τα 158 ξυλώδη φυτά, δίνονται στη δεύτερη ενότητα επιστημονικό όνομα και ονομασία στα ελληνικά, η φυτική οικογένεια όπου ανήκει, η προέλευση και φυσική εξάπλωσή του, βασική περιγραφή του που περιλαμβάνει αυξητική μορφή (δέντρο, θάμνος ή αναρριχώμενο), διάρκεια φυλλώματος (αείφυλλο ή φυλλοβόλο), στρατηγική ανθοφορίας (μόνοικο με ερμαφρόδιτα ή μονογενή άνθη, ή δίοικο) και χαρακτηριστικά των ανθέων και καρπών, επίσης ύψος και διάμετρος φυλλώματος (μέσοι όροι), χρόνος και διάρκεια ανθοφορίας, επικονιαστική στρατηγική (ανεμόφιλο, εντομόφιλο, αμφίφιλοα), ανθεκτικότητα σε καταπονήσεις, συμπεριλαμβανομένου του έντονου κλαδέματος, αλλεργιογονικότητα της γύρης και τοξικότητα.
Δίνονται ακόμη αποτελέσματα προηγούμενης έρευνας που αφορούν τη Θεσσαλονίκη και που διεξήγαγε η Μονάδα Αεροβιολογίας του ΑΠΘ, τα οποία αποτέλεσαν το θεμέλιο αυτών που ακολούθησαν στο πλαίσιο του έργου ALLEGREEN. Αφορούν τη γυρεοπαραγωγή και τη φαινολογία άνθησης φυτών, των οποίων η γύρη συνεισφέρει στο ατμοσφαιρικό φορτίο γύρης στη Θεσσαλονίκη, τις συγκεντρώσεις της γύρης όπως και των σπορίων μυκήτων σε διαφορετικά ύψη και σε διαφορετικές περιοχές της πόλης, τη δομή και αφθονία της βλάστησης στις ίδιες περιοχές, τη συνεισφορά μακρινών και κοντινών πηγών στη σύνθεση και αφθονία του ατμοσφαιρικού φορτίου γύρης τοπικά, την επίδραση μετεωρολογικών και κλιματικών παραγόντων στα παραπάνω, την αξιολόγηση των μικροσκοπικών και μοριακών μεθόδων βιοπαρακολούθησης των ατμοσφαιρικών σωματιδίων βιολογικής προέλευσης, καθώς και την αξιολόγηση των μεθόδων ανάλυσης των αεροβιολογικών δεδομένων. Από αυτές τις έρευνες, διακρίθηκαν χωρικά πρότυπα ατμοσφαιρικής αφθονίας της γύρης και των σπορίων μυκήτων, φαινολογικά πρότυπα της περιόδου κυκλοφορίας τους, όπως και των διαχρονικές μεταβολές τους.
Στα 16 Παραρτήματα της τρίτης ενότητας, παρουσιάζονται συγκεντρωτικά ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία για τους πράσινους χώρους που μελετήθηκαν και για τα ξυλώδη φυτά που τους συνθέτουν. Συγκεκριμένα, το Παράρτημα 1 είναι ένα γλωσσάρι τεχνικών όρων που χρησιμοποιούνται στο βιβλίο. Στα Παραρτήματα 2 και 3 δίνονται τα ξυλώδη φυτά που καταγράφηκαν με το επιστημονικό τους όνομα και την ονομασία στα ελληνικά, ώστε να μπορεί να τα βρει ο ενδιαφερόμενος είτε με το ένα ή το άλλο όνομα, καθώς και η αυξητική τους μορφή. Στο Παράρτημα 4 δίνεται η σχετική συμμετοχή των αφθονότερων τύπων γύρης και σπορίων μυκήτων στην ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης. Το Παράρτημα 5 είναι ένα γυρεοκαλαντάρι, ενώ το Παράρτημα 6 ένα καλαντάρι σπορίων μυκήτων για τη Θεσσαλονίκη. Στο Παράρτημα 7 παρουσιάζονται τα φυτά με τη μεγαλύτερη αφθονία καθώς και η κατανομή των ξυλωδών φυτών που καταγράφηκαν σε δέντρα, θάμνους και αναρριχώμενα. Στο Παράρτημα 8 γίνεται ομαδοποίηση των φυτών σε αυτόχθονα, αλλόχθονα και τεχνητά υβρίδια-ποικιλίες. Στο Παράρτημα 9 δίνονται οι περιοχές φυσικής εξάπλωσης/προέλευσής τους, ενώ στο Παράρτημα 10 παρουσιάζονται τα είδη που είναι ανθεκτικά σε αστικό περιβάλλον/ρύπανση καθώς και αυτά με δηλητηριώδη δράση. Το Παράρτημα 11 περιέχει τα ταχυαυξή αείφυλλα ή φυλλοβόλα φυτά, κατά κατηγορία αυξητικής μορφής. Στο Παράρτημα 12 δίνονται οι περίοδοι και η εξέλιξη της ανθοφορίας των φυτών που καταγράφηκαν, κατά κατηγορία στρατηγικής επικονίασης. Στο Παράρτημα 13 δίνονται τα δίοικα είδη όπως και γνωστές καλλιεργητικές ποικιλίες τους, καθώς και αυτές μερικών μόνοικων ειδών. Τα ξυλώδη φυτά που εκπροσωπούνται στους χώρους πρασίνου της Θεσσαλονίκης ομαδοποιούνται στο Παράρτημα 14 σε τέσσερις κατηγορίες, με βάση την αλλεργιογονικότητα της γύρης τους, συγκεκριμένα πολύ υψηλή, υψηλή, μέτρια, χαμηλή/μηδενική. Το Παράρτημα 15 αποτελεί σύνοψη του συνόλου των αποτελεσμάτων, ενώ στο Παράρτημα 16 δίνεται κατάλογος ειδών προτεινόμενων για φύτευση. Με την εξαίρεση του Παραρτήματος 1 (Γλωσσάρι), όλα τα Παραρτήματα είναι δίγλωσσα. Το ίδιο ισχύει και για τους υπότιτλους σχημάτων και πινάκων.
Συνοπτικά, από την έρευνα στο πλαίσιο του έργου ALLEGREEN, βρέθηκε ότι 51% των ως άνω ξυλωδών φυτών είναι δέντρα, 43% θάμνοι, 2,5% εμφανίζονται και με τις δυο μορφές, ενώ 3% είναι αναρριχώμενα. Περισσότερα από τα μισά είναι αλλόχθονα (56%). Τα περισσότερα από τα 158 φυτά έχουν ως φυσική περιοχή εξάπλωσης την Άπω Ανατολή και την Κίνα (27%) και ακολουθούν τα Ευρωπαϊκά (25%), τα Μεσογειακά (18%) και τα Αμερικανικά (13%). Τα δίοικα είδη συμβάλλουν κατά 17%, τα μόνοικα με ερμαφρόδιτα άνθη 61%, ενώ τα μόνοικα με μονογενή άνθη 22%. Τα ταχυαυξή φυτά συμμετέχουν με 30%. Εντομόφιλα είναι περίπου τα 2/3 των φυτών, 27% είναι ανεμόφιλα και τα υπόλοιπα 6% αμφίφιλα. Για τα περισσότερα φυτά, η περίοδος ανθοφορίας διαρκεί 5 έως 8 εβδομάδες. Για 11% διαρκεί περισσότερο από 4 μήνες. Η ανθοφορία κορυφώνεται τον Απρίλιο για τα ανεμόφιλα (73% σε ανθοφορία) και τον Μάιο για τα εντομόφιλα (52% σε ανθοφορία). Στην περίπτωση των δίοικων, η αναλογία θηλυκά προς αρσενικά άτομα είναι 1.8. Μόνο για πέντε είδη, τα αρσενικά είναι περισσότερα των θηλυκών (χωρίς όμως να έχει εκτιμηθεί η αναλογία για το εισβλητικό Ailanthus altissima). Τα περισσότερα φυτά (62%) είναι μηδενικής ή χαμηλής αλλεργιογονικότητας, αλλά 18% είναι υψηλής ή πολύ υψηλής.
Το βιβλίο διατίθεται δωρεάν στην ηλεκτρονική του μορφή και μπορείτε να το κατεβάσετε εδώ.
Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε την πληροφορία που υπάρχει στο βιβλίο, κάνοντας αναφορά με έναν από τους παρακάτω τρόπους:
1. στα Ελληνικά:
Βώκου Δ., Χαραλαμπόπουλος Α., Δάμιαλης Α., Λαζαρίνα Μ., Τσιγγάνη-Παπανικολάου O., Χανλίδου Ε. 2024. Ιστορίες Αστικού Πρασίνου: Αλλεργιογονικότητα και άλλες ιδιότητες. Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλον;iκης (ΕΛΚΕ ΑΠΘ), Θεσσαλονίκη.
2. in English:
Vokou D., Charalampopoulos A., Damialis A., Lazarina M., Tsingani-Papanikolaou O., Hanlidou E. 2024. Stories of Urban Greenery: Allergenicity and οther properties. Special Account for Researh Funds of the Aristotle University of Thessaloniki (ELKE AUTH), Thessaloniki.