Το έργο ALLEGREEN

Πρόκειται για έργο επιχορηγούμενο από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ). Ο πλήρης τίτλος του στα ελληνικά είναι H Αξιολόγηση των χώρων αστικού πρασίνου ως προς τον κίνδυνο πρόκλησης αλλεργιών: εφαρμογή στην πόλη της Θεσσαλονίκης

Το έργο στηρίχτηκε στις ακόλουθες διαπιστώσεις:

  • Το αστικό πράσινο είναι κυρίως ανθρωπογενούς προέλευσης, γεγονός που επιτρέπει να αλλάξουμε μερικά από τα χαρακτηριστικά του, εάν χρειαστεί.
  • Σχεδιασμός και πρακτικές διαχείρισης των χώρων αστικού πρασίνου που λαμβάνουν υπόψη την αλλεργιογόνο επίδραση των φυτών και επιδιώκουν την ελαχιστοποίηση της απελευθέρωσης αλλεργιογόνων παραγόντων έχουν ισχυρό θετικό αντίκτυπο στην ανθρώπινη υγεία.

Οι χώροι αστικού πρασίνου αποτελούν απαραίτητο συστατικό των φιλικών, βιώσιμων πόλεων. Μάλιστα, η ζήτηση για αυτούς θα αυξάνεται όλο και περισσότερο όσο εντονότερα εκδηλώνεται η κλιματική αλλαγή, αφού μπορούν να μετριάσουν τις συνέπειές της. Η ρύθμιση του κλίματος είναι μια από τις σπουδαιότερες οικοσυστημικές υπηρεσίες του αστικού πρασίνου, καθώς οι αστικές περιοχές χαρακτηρίζονται από το φαινόμενο της θερμικής νησίδας που σε αδρές γραμμές ισοδυναμεί με περισσότερο ξηροθερμικές συνθήκες από αυτές στον αγροτικό ή φυσικό τους περίγυρο. Πολλοί παράγοντες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σχεδιασμό και τη διαχείριση των χώρων πρασίνου ώστε να παρέχουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους. Ένας πολύ σημαντικός ανάμεσά τους, που δεν είχε μέχρι πρόσφατα αναγνωριστεί ως τέτοιος, είναι οι αλλεργιογόνες ιδιότητες της γύρης ορισμένων φυτών. Παρότι ζωτικής σημασίας για την αναπαραγωγή τους, η ανεμομεταφερόμενη γύρη τέτοιων φυτών μπορεί να θεωρηθεί βιολογικός ρύπος.

Η αλλεργία ήταν σχεδόν άγνωστη στις αρχές του 20ου αιώνα. Σήμερα, σχεδόν οι μισοί κάτοικοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αλλεργικοί, με την τάση να συνεχίζει την ανοδική πορεία και σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπάρχουν φυτά πολύ αλλεργιογόνα και άλλα που είναι ακίνδυνα. Με αυτό δεδομένο, είναι αναγκαίες ενέργειες που θα μειώνουν την έκθεση των ανθρώπων σε αλλεργιογόνο γύρη, πρωτίστως στις πόλεις όπου ζει το μεγαλύτερο τμήμα του ανθρώπινου πληθυσμού και όπου όλο ή το μεγαλύτερο μέρος του αστικού πρασίνου είναι ανθρωπογενούς προέλευσης. Δεν μπορούμε να φτιάξουμε ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από αλλεργιογόνους παράγοντες. Έχουμε όμως τη δυνατότητα να τους μειώσουμε δραστικά επεμβαίνοντας εκεί όπου μας επιτρέπεται. Μας επιτρέπεται στο αστικό πράσινο, αφού εμείς διαλέγουμε τι θα βάλουμε σε αυτό, είτε πρόκειται για δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους. Τα κριτήρια της αισθητικής απόλαυσης, των λίγων καλλιεργητικών απαιτήσεων ή του χαμηλού κόστους είναι σημαντικά, αλλά πιο σημαντική από όλα είναι η υγεία μας.

Εάν δεν υπάρχει όλη η απαραίτητη πληροφορία και γνώση για τον σχεδιασμό και τη διαχείριση του αστικού πρασίνου με τρόπο που δεν θα οδηγεί σε υποβάθμιση των οικοσυστημικών υπηρεσιών του, αυτή θα πρέπει να αποκτηθεί.

Την κάλυψη τέτοιων κενών ήρθε να αντιμετωπίσει το έργο αυτό, που αποτελεί συνέχεια της μακρόχρονης ερευνητικής δραστηριότητας της Μονάδας Αεροβιολογίας ΑΠΘ, προσφέροντας  απαραίτητη πληροφορία και εργαλεία στο επίπεδο λήψης αποφάσεων για βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Θεσσαλονίκης. Οι δραστηριότητες που περιλαμβάνει αφορούν διακριτά αλλά αλληλοσυμπληρωνόμενα πεδία, συγκεκριμένα της αεροβιολογίας, της ανάλυσης της βλάστησης, της φαινολογίας άνθησης, της γυρεοπαραγωγής, των συναφών με αυτά επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και την επικινδυνότητα της γύρης των διαφορετικών φυτικών ειδών. Έχει ως κύριους στόχους την αποτύπωση των χωρικών και εποχικών προτύπων κυκλοφορίας της ανεμομεταφερόμενης γύρης, την ποσοτικοποίηση των σχέσεων βλάστησης και τοπικής συγκέντρωσης ατμοσφαιρικής γύρης, την ανίχνευση των κύριων πηγών ανεμομεταφερόμενης γύρης, και την αξιολόγηση των χώρων πρασίνου ως προς το αλλεργιογόνο δυναμικό τους με βάση τα χαρακτηριστικά της βλάστησης που τους συνθέτουν.

Στο πλαίσιο του έργου μελετήθηκαν επτά χώροι πρασίνου της Θεσσαλονίκης που αντιστοιχούν σε διαφορετικά μεγέθη, δομή, χωροθέτηση και χωρική ανάπτυξη. Δύο από τους χώρους αυτούς αναπτύσσονται σε γραμμικό άξονα (Νέα Παραλία και Λεωφόρος Σοφούλη), ενώ οι υπόλοιποι είναι πολύγωνα μικρού (Πάρκα Ξαρχάκου, Πεδίου του Άρεως και Τελλογλείου Ιδρύματος) ή μεγάλου μεγέθους (Πανεπιστημιούπολη ΑΠΘ και Στρατόπεδο Κόδρα). H επιφάνεια που καλύπτουν συνολικά ανέρχεται σε 110 ha.

Παραδοτέα του έργου είναι τα επιμέρους ερευνητικά αποτελέσματα σε καθένα από τα ερευνητικά πεδία που αναφέρθηκαν παραπάνω, όπως και ένα εγχειρίδιο, σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, με πληροφορίες για τη σωστή επιλογή φυτών και οδηγίες για τη διαχείριση του αστικού πρασίνου, κυρίως ως προς τον παράγοντα ‘μείωση του κινδύνου πρόκλησης αλλεργιών’.

Στη διεξαγωγή των δράσεων του έργου πήραν μέρος οι ακόλουθοι ερευνητές:

Πλήρης συμμετοχή (καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου)
Δέσποινα Βώκου (επιστ. υπεύθυνη),
Έφη Χανλίδου, Θανάσης Χαραλαμπόπουλος, Μαρία Λαζαρίνα

Μερική συμμετοχή
Θάνος Δάμιαλης, Όλγα Τσιγγάνη-Παπανικολάου, Κλεοπάτρα Λεοντίδου

Ειδική συμμετοχή
Η Βενετία Νικήτα ανέλαβε το σκέλος προετοιμασίας της εκδήλωσης για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του έργου, ενώ η Δέσποινα Πασχαλίδου συμμετείχε εθελοντικά στα αρχικά στάδια του έργου

 


Το ερευνητικό έργο υποστηρίχτηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.) στο πλαίσιο της Δράσης «1η Προκήρυξη ερευνητικών έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση των μελών ΔΕΠ και Ερευνητών/τριών και την προμήθεια ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας» (Αριθμός Έργου: 3456)


Μετάβαση στο περιεχόμενο